Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

Η Λερναία Ύδρα και ο κάπρος του Ερύμανθου

   Στη λίµνη Λέρνη της Πελοποννήσου ζούσε ένα φοβερό νερόφιδο, µε τεράστιο σώµα και εννιά κεφάλια. Από τα στόµατά του έβγαινε φωτιά που κατάκαιγε φυτά, ζώα κι ανθρώπους. Οι κάτοικοι της περιοχής ήταν απελπισµένοι και κανείς δεν τολµούσε να πλησιάσει τη λίµνη. Ο Ευρυσθέας διέταξε τον Ηρακλή να σκοτώσει αυτό το τέρας.
   Ο Ηρακλής πήγε στη λίµνη Λέρνη µαζί µε τον ανιψιό του, τον Ιόλαο. Κατάφερε να βγάλει τη Λερναία Ύδρα από τη φωλιά της και της επιτέθηκε. Με ένα δρεπάνι άρχισε να κόβει τα κεφάλια της. Μόλις όµως έκοβε ένα κεφάλι, στη θέση του φύτρωναν δύο. Φώναξε τότε τον Ιόλαο, που άναψε ένα δαυλό και µόλις ο Ηρακλής έκοβε ένα κεφάλι, ο Ιόλαος έκαιγε την πληγή. Έτσι σταµάτησαν να φυτρώνουν καινούρια κεφάλια. Το µεσαίο όµως κεφάλι της Λερναίας Ύδρας ήταν αθάνατο. Γι’ αυτό ο Ηρακλής, αφού το έκοψε, το έθαψε βαθιά στη γη κι έβαλε πάνω του µια τεράστια πέτρα. Βούτηξε και τα βέλη του στο δηλητηριασµένο σώµα της Ύδρας κι έγιναν θανατηφόρα.


   Μετά ο Ευρυσθέας έστειλε τον Ηρακλή να του φέρει ζωντανό ένα φοβερό αγριογούρουνο, που ζούσε στο βουνό Ερύµανθο της Πελοποννήσου, έκανε µεγάλες καταστροφές και σκότωνε ζώα και ανθρώπους. Ο Ηρακλής πήγε στον Ερύµανθο και κυνήγησε το αγριογούρουνο κάµποσες ηµέρες. Στο τέλος το ζώο εξαντλήθηκε από την κούραση και ο Ηρακλής το έπιασε, το έδεσε, το σήκωσε στους ώµους του και το πήγε ζωντανό στις Μυκήνες. Ο Ευρυσθέας, όταν το είδε, τρόµαξε και κρύφτηκε στο πιθάρι.

Το λιοντάρι της Νεμέας


   Ο Ηρακλής έφυγε από τη Θήβα. Μαζί µε τον ανιψιό του, τον Ιόλαο, πήγε στις Μυκήνες για να υπηρετήσει τον Ευρυσθέα. Ο Ευρυσθέας, που φοβόταν τον Ηρακλή, τον έστειλε να κάνει δώδεκα άθλους, δηλαδή δώδεκα δύσκολα κατορθώµατα, ελπίζοντας ότι σε κάποιο από αυτά θα σκοτωνόταν.
   Ο πρώτος άθλος που έκανε ο Ηρακλής ήταν να σκοτώσει το λιοντάρι της Νεµέας. Το φοβερό αυτό λιοντάρι το είχε µεγαλώσει η Ήρα. Το δέρµα του ήταν τόσο σκληρό που τα σιδερένια βέλη δεν το περνούσαν. Είχε τη φωλιά του σε µια σπηλιά µε δυο εισόδους, στην πλαγιά ενός βουνού κοντά στη Νεµέα. Καθηµερινά κατέβαινε στην πεδιάδα και κατασπάραζε ζώα και ανθρώπους. Οι κάτοικοι ήταν απελπισµένοι και δεν τολµούσαν να βγουν στην εξοχή.
   Ο Ηρακλής, πηγαίνοντας στη Νεµέα, πέρασε από το ιερό άλσος της πόλης, έκοψε µια αγριελιά κι απ’ τον κορµό της έφτιαξε ένα βαρύ ρόπαλο. Μετά πήγε και περίµενε κοντά στη φωλιά του λιονταριού κι, όταν αυτό φάνηκε, το χτύπησε πρώτα µε τα βέλη του. Τα βέλη έπεσαν στη γη χωρίς να το τραυµατίσουν και το λιοντάρι επιτέθηκε στον Ηρακλή. Εκείνος το χτύπησε µε το ρόπαλο. Το λιοντάρι πόνεσε και κρύφτηκε στη φωλιά του. Ο Ηρακλής τότε µάζεψε µεγάλες πέτρες, έκλεισε τη µια είσοδο και µπήκε από την άλλη. Το ζώο βρυχήθηκε και σείστηκε όλο το βουνό. Όρµησε πάνω στον ήρωα και πάλευαν µια ώρα. Τέλος ο Ηρακλής τύλιξε τα χέρια του γύρω από το λαιµό του και το έπνιξε. Μετά πήρε το δέρµα του, τη λεοντή, το φόρεσε και γύρισε στις Μυκήνες. Όταν τον είδε ο Ευρυσθέας τρόµαξε πολύ και διέταξε να του φτιάξουν ένα χάλκινο πιθάρι, για να κρύβεται, όταν θα κινδύνευε.